Αρχειοθήκη ιστολογίου

Δευτέρα 5 Οκτωβρίου 2015


Λάσα ντε Σέλα, Lhasa, μια γυναικεία όμορφη ύπαρξη που έφυγε νέα




I live in this country now
I'm called by this name
I speak this language
It's not quite the same
For no other reason
Than this it's my home
And the places I used to be
Far from are gone

You've travelled this long
You just have to go on
Don't even look back to see
How far you've come
Though your body is bending
Under the load
There is nowhere to stop
Anywhere on this road

My heart is breaking
I cannot sleep
I love a man
Who's afraid of me
He believes if he doesn't
Stand guard with a knife
I'll make him my slave
For the rest of his life

I love this hour
When the tide is just turning
There will be an end
To the longing and yearning
If I can stand up
To angels and men
I'll never get swallowed
In darkness again

You've travelled this long
You just have to go on
Don't even look back to see
How far you've come
Though your body is bending
Under the load
There is nowhere to stop
Anywhere on this road

Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2015



" Της γιαγιάς σου το μπουγαδοκόφινο!"


Έψαχνα τις θεματογραφίες του. Τις είχα βάλει λίγο πίσω στα βιβλία. Δεν έκανα Αρχαία πρόσφατα. Τον έχω έννοια όμως, και κάτι με έσπρωξε να ψάξω στο Ίντερνετ. Λοιπόν πέθανε φέτος τον Αύγουστο , ο δάσκαλός μου στην "επίσκεψη κειμένου", στην ανάδειξη της λογικής , των σχέσεων, και της ουσίας του κειμένου,  επιτελώντας απλώς συντακτική ανάλυση στον πίνακα. Και το κείμενο έκανε μιαν αντήχηση στο μυαλό μου, γινόταν μια μεγέθυνση των λέξεων, των σχέσεων, και μου έμενε. Ο τρόπος που δούλευε. Τον ψάχνω ακόμα. Τόσο απατηλά απλός. Η διδακτική ως αποτέλεσμα βαθιάς γνώσης. Και  το ήθος του ανθρώπου , και το σώμα του, και όλος μαζί! Και της " γιαγιάς σου το μπουγαδοκόφινο"! Η χαρακτηριστική του ατάκα οσάκις αγανακτούσε με μια λάθος εκτίμηση για μία συντακτική σχέση, έναν χαρακτηρισμό: "Της γιαγιάς σου το μπουγαδοκόφινο"! Άναυδοι εμείς από κάτω, στις μικρές αίθουσες του Πύργου, που είμασταν όλοι τόσο κοντά! Μας είχε εξηγήσει κάποτε το πώς και το γιατί αυτής της έκφρασης, αλλά δεν τα θυμάμαι πια. Ήταν μία γείωση, μία ανατροπή, και μια σωστή θέση επανεκκίνησης. Λαϊκή ενέργεια! Κάτι τέτοιο. Έπειτα πήγαινα στο πάρκο του Βενιζέλου. Και ανά δεκαπέντε μέρες προσπαθούσα κι εγώ να "ξετινάξω"  ένα από τα κείμενα που μας έβαζε για το σπίτι. Διαγωνίσματα που μας παίδευαν. Και τα λάθη μας. Κάπως γινόταν η "διόρθωση" τους,  και μου έμεναν.

Του χρωστώ σε μεγάλο βαθμό ότι μπήκα στο Πανεπιστήμιο. Είχε " πιάσει" το κείμενο των Πανελλαδικών του` 78, Δημοσθένης, Υπέρ Ροδίων, ..."  [19] Θαυμάζω δ’ εἰ μηδεὶς ὑμῶν ἡγεῖται.." , με την έννοια ότι το είχε βάλει για άσκηση στο σπίτι , και το είχαμε διορθώσει. Και τότε δίναμε μόνο αδίδακτο, και καθ΄υπαγόρευση, όπως θα θυμούνται οι παλαιότεροι. Όχι σε φωτοτυπία. 

Το φροντιστήριο του Πύργου ήταν, για μένα, κυρίως το δικό του δίωρο. Και τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα επίσης, οι πρώτες εμπειρίες από μεικτή εκπαίδευση, που είχε διακοπεί στην Α΄ Γυμνασίου, και έτσι κομμένη συνεχιζόταν και  στο Β΄Λύκειο Θηλέων, το Μαράσλειο, στην Πατριάρχου Ιωακείμ, όπου ταλαιπωρούσα την καλή μας κ. Τσίριμπα με τις άρτι αποκτηθείσες γνώσεις μου από το φροντιστήριο, ή μάλλον τις παρα - γνώσεις μου, και διαρκείς ερωτήσεις. Την κομψοτάτη μας κ. Τσίριμπα, τέρας  ευγενούς ανοχής και ευγένειας, απέναντι και στην διαρκώς παραξενεμένη της μαθήτρια, που έμμεσα την αμφισβητούσε. Πάντως και στην Τσίριμπα το κείμενο το δουλεύαμε γραμμένο στον πίνακα, και εκείνη καθοδηγούσε τη διαδικασία επεξεργασίας του αδίδακτου κρατώντας απλώς το  πρωτότυπο  του Δημοσθένη στα  λεπτεπίλεπτα, αλλά δυνατά χέρια της, εκδόσεων Λειψίας ή Οξφόρδης παρακαλώ, που αργότερα το συνειδητοποίησα κι εγώ,  η γενιά της φωτοτυπίας και των βοηθημάτων.

Είχα καταλάβει ότι του άρεσε ο Θουκυδίδης, και πίστευα ότι είχα αρχίσει να τον αγαπώ κι εγώ. Έπειτα φοιτήτρια έψαξα τα " Προοίμια"  του Δημοσθένη, με δική του ανάλυση. Ο κ. Βασιλείου, τότε στο υπόγειο της Σίνα, " το φιλολογικόν" βιβλιοπωλείο, μου μίλησε γι αυτόν.  Με πολύ σεβασμό, εκτίμηση, θαυμασμό."  Ήταν ο αγαπημένος μαθητής του Σταματάκου" μου είπε. Μια γενιά που δεν μπόρεσε (ή και ποιος ξέρει τι άλλο) να ασχοληθεί με Πανεπιστημιακή καριέρα, και αφοσιώθηκε στα φροντιστήρια. Αγαπημένος, σχεδόν χωρίς να το συνειδητοποιώ, τότε.

Και λυπάμαι σήμερα πολύ για τον ίδιο, για μένα, για όσα ο κάθε θάνατος σημαίνει και ανακινεί μέσα μας, αλλά και παρηγοριέμαι: Θα είμαστε πολλοί εκείνοι που έχει αφήσει αχνάρι μέσα μας, όσο κι αν ασθμαίνοντες (και χωλοί ) ακολουθούμε, κάποιοι. Βλέπετε έλεγε ότι κάθε βράδυ κοιμόταν  "βγάζοντας", δηλαδή, ας πούμε, διαβάζοντας και κατανοώντας , ένα αρχαίο κείμενο. Διάβαζε από το πρωτότυπο κι αναμετριόταν μαζί τους.

Τώρα πάλι από το κείμενο του κ. Χατζητέγα, κατάλαβα κάτι αναδρομικά.  Ποιος ήταν ο κ. Ρόσιος που είχαμε στα Λατινικά, παραδείγματος χάρη, και μας φαινόταν κάπως περίεργος, κι ότι είχε έρθει από τη Ρωσία, λέγανε τότε, και κάτι γελάκια και κουτσουμπολιά! Με σακκάκι βαρύ, γραβάτα, περιποιημένος και σβέλτος, και "πολλά λατινικά"  στο  μάθημα του, πάρα πολλά για μας! Να λοιπόν τι είδους δασκάλους μάζευε και στήριζε  ο Πύργος. Και έμεινα και πάλι αποσβολωμένη, αλλιώς! Και τόσες σκέψεις και απορίες, και διαφορετικές οπτικές γωνίες αναδρομικά!


Επίσης  συνάδελφοι που πήγαν καλά στα σχολειά τους και πρόσφεραν,  ήταν μαθητές του,  ή νέοι συνάδελφοι που δούλεψαν δίπλα του, και από τη δική μου γενιά. Και άλλοι που έγιναν άλλο από φιλόλογοι, και ασχολήθηκαν με άλλα,  κράτησαν κάτι από τον Καρατσώλη, νομίζω.

Σε μένα με έκανε να προσέξω τα κείμενα, και να μου μείνει μια αγάπη στο Θουκυδίδη. Δική του, όχι δική μου. Ετερόφωτη.

Κι ένα απόγευμα λίγο βροχερό, λίγο συννεφιασμένο, σούρουπο, εκεί που κόντευε το τέλος των  μεταφορών με το οικογενειακό αυτοκίνητο, ήμουν στο πίσω κάθισμα της κούρσας του πατέρα μου, το λάλαγε κι αυτός το ραδιόφωνο, τα τραγούδια τα λαϊκά, κάπου βαρετά πηγαίναμε,  κι είχα το κεφάλι ριγμένο πίσω, τεντωμένα. Και έπεσε στο ράδιο " του Βοτανικού ο μάγκας" . Και κατάλαβα! Έτσι νόμισα. Το είπα καθαρά,  μία μία τις συλλαβές στο κεφάλι μου, η μικρή εκείνη που ήμουν!  Α, αυτός είναι ο τρόπος του Θουκυδίδη. Όπως το λέει  ο κ.  Καρατσώλης!  Και άκουσα καλά το τραγούδι, μία μία τις λέξεις σαν χάντρες, λόγος βαρύς, λιτός, σημαδιακός, " δωρικός"  ..., και έπιαναν  άγκυρα μέσα μου μία  μία, και έφερναν  κοντά μου σε μια καινούργια γη συνάντησης τον στριφνό , βαρύ επίσης, πυκνό , αλλά και λιτό Θουκυδίδη. Το ένα μου φώτιζε το άλλο. Ένας διάλογος απουσία εμού σχεδόν. Με πήγε εκεί με εκείνο το γερό, απλό συντακτικό στον πίνακα, και μια λέξη, ένα κοφτό σχόλιο, με πήγε πιο μακριά απ΄ότι ίσως φαντάστηκε για μένα,  ή ήθελε,  ή ενδιαφερόταν.

Σε μία συνάντηση χρόνια μετά δεν θυμάμαι να του μετέφερα αυτό το χρέος προς αυτόν! Μπορεί και κάτι να ψέλλισα!

Χάρηκα που διάβασα  για τη συντροφικότητα που απόλαψε στα χρόνια τα πρόσφατα.

Εύχομαι καλοτάξιδος και ανάλαφρος,
να μας κοιτάς από κάπου ψηλά

δάσκαλε κ. Καρατσώλη!


Και της γιαγιάς του το μπουγαδοκόφινο του χάρου, που όλα μας τα αφήνει στη μέση. Ποιο κείμενο να έμεινε μισάνοιχτο στο κομοδίνο σου, δάσκαλε, καθώς ο αχόρταγος σε πήρε μαζί του;

 Έφυγε ο Γεώργιος Καρατσώλης, 19/08/2015. Από Γιώργο Χατζητέγα 

Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2015




 ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ  AT 720

  " Η μάνα μου με σκότωσε, ο πατέρας μου μ' έφαγε "


Η κακιά δασκάλα 

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας πατέρας και μια μάνα και ειχένασι κι ένα γιο, πολύ καλό και πολύ έξυπνο. Τον λέγανε Γιάννη· κάθε μέρα, επήγαινε στο σχολείο με χαρά γιατί αγαπούσε πολύ τα γράμματα.
Η δασκάλα του του έκανε πολλά δώρα· και του 'δίνε καραμέλλες. Ο Γιαννάκης την αγαπούσε πολύ. Του έλεγε συχνά κοντά: "Ξέρεις, θα ήθελα να 'χα ένα γιο σαν κι εσένα. Αλλά δυστυχώς, αυτό δε γίνεται", κι έκλαιγε. Το παιδάκι στενοχωριότανε πολύ μ' αυτά τα λόγια και το βράδυ διηγότανε στη μάνα του πως πέρασε στο σχολείο, τι καλή που ήταν μαζί του η δασκάλα και πως στενοχωριόταν που δεν είχε ένα παιδάκι σαν κι εκείνονε.
Περνούσε λοιπόν ο καιρός... Μια μέρα, λέει η δασκάλα στο Γιαννάκη: "Εμείς οι δύο τα πάμε πολύ καλά. θα 'θελες να είχες μια μάνα σαν κι εμένα; Άμα θες, μπορείς να με βοηθήσεις να σκοτώσω τη μάνα σου, για να παντρευτώ τον πατέρα σου και να γίνεις παιδί μου". (Βέβαια, καταλαβαίνετε πως ήθελε τον πατέρα, όχι το παιδί). Ο Γιαννάκης λοιπόν ήτανε πολύ λυπημένος. Σκεφτότανε: "Δε μπορώ να σκοτώσω τη μάνα μου, γιατί την αγαπάω. Αλλά τι να κάνω; Αφού αγαπώ και τη δασκάλα μου πολύ".
Πέρασε καιρός. Μια μέρα, η δασκάλα του λέει: "Λοιπόν, Γιαννάκη, τι αποφάσισες;" Ο Γιαννάκης, πολύ ταραγμένος, ψιθυρίζει: "Εγώ θέλω, αλλά τι να κάνω;" Η δασκάλα, ολόχαρη, του απαντάει: "Μα, είναι πανεύκολο· θα της πεις: πρέπει να μου βρεις τη σημαία, που είναι στον πάτο της κασέλας, γιατί την Κυριακή έχουμε γιορτή στο σχολείο· κι όταν θα 'χει σκύψει καλά-καλά μες στην κασέλα, θα κατεβάσεις το καπάκι πάνω στο κεφάλι της, κι έτσι, κανείς δεν θα καταλάβει ότι φταις εσύ: θα νομίσουν ότι το καπάκι έπεσε μόνο του".
Το Σάββατο πρωί, ο Γιάννης λέει στη μάνα του: "Μάνα, πρέπει να πάω στο σχολείο τη σημαία που έχεις στον πάτο της μεγάλης κασέλας για τη γιορτή που έχουμετην Κυριακή". Η μάνα πάει να ψάξει τη σημαία στην κασέλα και λέει στο γιο της: "Κράτα καλά το καπάκι, μη μου πέσει στο κεφάλι". Και μόλις σκύψει για τα καλά η μάνα μέσα, αφήνει ο Γιάννης το καπάκι κι εκείνο πέφτει απότομα και κόβει το κεφάλι της δόλιας μάνας.
Ο πατέρας είναι απελπισμένος κι ο Γιάννης απαρηγόρητος, γιατί κατάλαβε πια τι έκανε· μα δε λέει κουβέντα. Συνεχίζει βέβαια να πηγαίνει σχολείο κι η δασκάλα τώρα πια είναι διπλά καλή μαζί του.
Μια ωραία μέρα, του λέει η δασκάλα: "Άκου, τώρα πρέπει να πεις στον πατέρα σου πως χρειάζεται μια μάνα, πως εγώ σ' αγαπώ πολύ, και πως θα 'τανε καλό και για κείνον και για σένα να με παντρευτεί' θα σε προσέχω πολύ".
Το ίδιο βράδυ, ο Γιάννης αρχίζει να μιλάει στον πατέρα του. Αυτός δε θέλει ν' ακούσει κουβέντα στην αρχή, γιατί αγαπούσε πολύ τη γυναίκα του. Αλλά οι μήνες περνούνε, κι ο γιος του τον παρακαλάει ασταμάτητα. Περνάει ένας χρόνος, κι ο πατέρας αποφασίζει να ξαναπαντρευτεί με τη δασκάλα.
Για κάμποσο καιρό, όλα πάνε καλά. Αλλά, μια μέρα που ο πατέρας είναι στο κυνήγι, λέει η μητριά στο Γιαννάκη: "Έλα δω να κατεβούμε στο υπόγειο, σου 'χω μια έκπληξη". Το αγοράκι την ακολουθεί, όλο χαρά και χωρίς να υποψιάζεται, γιατί η καινούργια μάνα συνέχιζε να του κάνει πολλά δώρα. "Κοίτα, Γιάννη, μέσα στο σωρό το στάρι, σου έχω κρυμμένο κάτι, που θα σ' αρέσει πολύ". Ο Γιάννης αρχίζει να ψάχνει χώνοντας τα χέρια του μες στο σιτάρι. Και να που η κακιά μητριά, παίρνει μια μαχαίρα και του κόβει το κεφάλι. Ύστερα, του βγάνει το συκώτι και το καθαρίζει καλά-καλά, και το τηγανίζει.
Καλά για καλά βράδιασμα, καταφτάνει ο πατέρας και ρωτά, που είναι ο Γιάννης. "Δεν θ' αργήσει, με παρακάλεσε να μείνει να παίξει λίγο ακόμα με τ' άλλα παιδιά. Κάτσε, να ξεκουραστείς και να φας". Του βάζει να φάει το φαΐ του, σα να μη συμβαίνει τίποτε. Παίρνει ο πατέρας ένα κομμάτι κρέας, αλλά μόλις πάει να το βάλει στο στόμα του, το συκώτι μιλάει: "Αν είσαι Τούρκος φάε με, Οβριός κατάπιε με, κι αν είσαι ο πατέρας μου, σκύψε και φίλησε με".
Ο πατέρας δεν πιστεύει στ' αυτιά του: "Δεν ακούς τίποτα, εσύ; Αυτό το συκώτι μιλάει! Δεν καταλαβαίνεις τι λέει;" Η κακιά γυναίκα απαντάει: "Όχι, δεν ακούω τίποτα, είσαι φαίνεται κουρασμένος, ακούς φωνές! Μήπως είσαι άρρωστος, μήπως έχεις πυρετό;" Ο πατέρας, που νιώθει μια χαρά, αναρωτιέται τι συμβαίνει. Ξαναχώνει το πηρούνι του στο συκώτι, για να ξαναπάρει ένα κομμάτι. Το συκώτι ξαναλέει με σπαρακτική φωνή: "Αν είσαι Τούρκος φάε με, Οβριός κατάπιε με, κι αν είσαι ο πατέρας μου, σκύψε και φίλησε με. Πατέρα, εγώ είμαι, ο Γιάννης, εγώ είμαι, μη με φας, εγώ είμαι, ο Γιάννης ο γιος σου!"
Τότε ο άνθρωπος τα κατάλαβε όλα· σηκώνεται, αρπάζει την κακιά γυναίκα του από τα μαλλιά και της χτυπάει το κεφάλι στον τοίχο... δυνατά, δυνατά και τη σκοτώνει.
Και ποτέ πια κανείς δεν ευτύχησε στο σπίτι του Γιαννάκη. Ποτέ πια ούτε γιορτή ούτε γέλια.
Ευγενική παραχώρηση Μαργαρίτας Ξανθάκου, που κατέγραψε την παραλλαγή αυτή στη Μάνη, το 1983.

 
                 Παραλλαγή από τη Μάνη, καταγραμμένη το 1983, από την κ. Ξανθάκου


Πηγή: Κατάλογος Ελληνικών Παραμυθιών των Αγγελοπούλου, Άννα Μπρούσκου Αίγλη. Αθήνα 1994, στο Ι.Α. Ε.Ν. Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας

Euroconte, για τον γαλλικό κατάλογο παραμυθιών



ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Το παραμύθι αυτό, γνωστό σε πολλές χώρες της Ευρώπης, παρουσιάζει μεγάλη πυκνότητα κατανομής σε τρεις ειδικά περιοχές, τη Γαλλία, τις γερμανόφωνες χώρες, τη Φιλλανδία και την Εσθονία, σύμφωνα με τη μονογραφία του Belgrader M., Das Märchen νοη dem Machandelboom (KHM 47). Der Märchentypus AT 720, 1980 Frankfurt a. M., Bern, Verlag Peter D. Lang (Artes populares, 4). Τις γαλλικές παραλλαγές μελέτησε η Ν. Belmont στο άρθρο της "Conte et enfance. A propos du conte: Ma mere m' a tue, mon pere m'a mange (T 720), Cahiers de Litterature Orale, No 33, INALCO, 1993.
Στην Ελλάδα το αφηγηματικό αυτό θέμα είναι διαδεδομένο με τη μορφή τραγουδιού, παραλογής, γνωστής με τον τίτλο "Η μάνα η φόνισσα". Η παραλλαγή της Ξανθάκου από τη Μάνη δανείζεται τη γνωστή εισαγωγή του παραμυθιού, όπου το παιδί πείθεται από τη δασκάλα του και μέλλουσα μητριά του, να σκοτώσει τη μητέρα του. Η παραλλαγή του Dawkins από την Καππαδοκία παρουσιάζει την ίδια ακριβώς πλοκή με το τραγούδι και στις δύο απουσιάζουν εντελώς τα παραμυθιακά ή μαγικά στοιχεία που συνθέτουν το παραμύθι στην υπόλοιπη Ευρώπη.


 "Η μάνα η φόνισσα".

Ο Ανδρόνικος εκίνησε να πάει λαφοκυνήγι.
Εκίνησε κι ο Κωσταντής στο δάσκαλο να πάει.
Το καλαμάρι αστόχησε, γυρίζει να το πάρει.
Βρίσκει την πόρταν ανοιχτή, την πόρταν ανοιγμένη,
βρίσκει τη μάνα του αγκαλιά με ξένο παλικάρι.
«Ας είναι, ας είναι, μάνα μου, κι α’δε σ’ομολογήσω,
κι α’ δε το πω τ’αφέντη μου, ν’αδικοθανατίσω».
«Τί είδες, μωρέ, και τί θα πεις και τι θα μολογήσεις;»
«Καλό είδα γω, καλό θα ειπώ καλό θα μολογήσω,
κακό είδα γω, κακό θα ειπώ, κακό θα μολογήσω.»

Και με το μόσκο το πλανά και με τα λεφτοκάρυα,
και στο κελάρι το μπασε και σαν τ’αρνί το σφάζει,
σα μακελάρης φυσικός του βγάζει το συκώτι.
Σ’εννιά νερά το ξέπλυνε και ξεπλυμούς δεν είχε,
και πάλε το ξαναπλυνε και πάλιν αίμα στάζει,
και στο τηγάνι το βαλε για να το τηγανίσει.
Και να σου κι ο Ανδρόνικος στους κάμπους καβαλάρης.
Βροντομαχούν τα ρούχα του και λάμπουν τ’άρματά του.
Φέρνει τα λάφια ζωντανά, τ’αγρίμια μερωμένα,
φέρνει κι ένα αλαφόπουλο, του Κωσταντή παιχνίδι.
Κοντοκρατεί το μαύρο του και τηνε χαιρετάει.
«Γειά σου, χαρά σου, ποθητή, και που ναι ο Κωσταντής μας;»
«Τον έλουσα, τον άλλαξα και στο σκολειό τον πήγα».
Φτερνιά δίνει τ’αλόγου του και στο σκολειό πηγαίνει.
«Δάσκαλε, που είναι ο Κωσταντής και που είναι το παιδί μου;»
«Δυό μέρες έχω να το ιδώ και τρείς να το διαβάσω».
Φτερνιά δίνει τ’αλόγου του, και σπίτι του πηγαίνει.
«Γυναίκα, που είναι ο Κωσταντής και που είναι το παιδί μας;»
«Στης πεθεράς μου το στειλα, κι όπου κι αν είναι θα ρθει».
Φτερνιά δίνει τ’αλόγου του, στη μάνα του πηγαίνει.
«Μάνα μου, που είναι ο Κωσταντής και που είναι το παιδί μου;»
«Έχω δυό μέρες να το ιδώ, και τρείς να το φιλήσω,
κι α’ δεν το ιδώ ως το βράδυ θε να παραλοϊσω.»
Φτερνιά δίνει τ’αλόγου του και σπίτι του πηγαίνει.
«Σκύλα, και που ’ν’ ο Κωσταντής Μικροκωσταντίνος;»
«Κάπου παιχνίδιν έβρηκε και θελά παιγνιδίζει».
«Γυναίκα, βάλε μου να φάω, να φάω να γεματίσω,
να πάρω δίπλα τα βουνά, δίπλα τα καταράχια,
να πάω να βρω τον Κωσταντή, το φύτρο της καρδιάς μου».
Το συκωτάκι του βαλε σ’ένα ασημένιο πιάτο.
Πρώτη μπουκιάν οπού ’βαλε, το συκωτάκι πήρε,
το συκωτάκι μίλησε, το συκωτάκι λέει:
«Αν είσαι σκύλος φάε με, κι Οβριός απέταξέ με,
κι αν είσαι κι ο πατέρας μου, σκύψε και φίλησέ με».
Και τη μπουκιά του απέλυσε, τρογύρω του κοιτάει.
Εβούρκωσε η καρδούλα του, εμαύρισε το φως του,
τα δάκρυα τρέξαν ποταμός κι εκόντεψε να πέσει.
Μα ναντρειώθει κι έσυρε το δαμασκί σπαθί του,
και στο λαιμό της το βαλε, της κόβει το κεφάλι.
Λιανά λιανά την έκοψε, στον ήλιο την απλώνει,
κι απο τον ήλιο στο σακί, κι απ’το σακί στο μύλο.
Κι ο μύλος εξεράλεθε κι η φτερωτή ετραγούδα:
«Άλεθε, μύλο μου, άλεθε κακής κούρβας κεφάλι.
Κάνε τ’αλεύρια κόκκινα και την πασπάλη μαύρη,
για να ρχουνται οι γραμματικοί να παίρνουν για μελάνι,
για να ρχουνται κι οι όμορφες να παίρνουν κοκκινάδι.»





η

Τετάρτη 15 Ιουλίου 2015

Ανοιχτή επιστολη στον κ. Βαρουφάκη

Να σας πω τι θα ήθελα από σας κ. Βαρουφάκη, ως πολίτης, ιδεολογικό επιτελείο ενός κόμματος, δημοσιογράφος κάτι τέτοιο. Έστω και ως πρωθυπουργός σε μία ήρεμη περίοδο της διακυβέρνησής μου.

Θα ήθελα να μου κάνετε μία μελέτη που να δείχνει τις δυνατότητες της Ευρώπης να επιβιώσει στο παγκόσμιο σκηνικό με μία εναλλακτική οικονομική και πολιτική οργάνωση από την παρούσα επιλογή της σχετικής ηγεσίας της Γερμανίας. Αυτό.

Την απάντηση δεν την ξέρω, και ακριβώς αυτό θα ήθελα, μια αξιόπιστη απάντηση. Αν ήμουν καθηγήτρια θα την έδινα και στους φοιτητές μου σε ομάδες. Κι εδώ που φτάσαμε, μου φαίνεται θα επιδιώξω να τη δώσουμε οι συνάδελφοι στο Λύκειο που δουλεύω.

Τόσο ο κόσμος, κι εγώ προσωπικά, που μετρώ ακόμα με τα δάχτυλα, πολλές φορές στην καθημερινή μου ζωή, έχουμε ζοριστεί να καταλάβουμε τι συμβαίνει σ΄αυτόν τον κόσμο, στα οικονομικά και στα πολιτικά.

Λοπόν σε μια τέτοια εργασία πιθανόν να διαφαινόταν ότι ο κ. Σόϊμπλε έχει μια άποψη που μάλλον θεωρεί αναγκαία μια απόλυτη κυριαρχία της Γερμανίας επί της Ευρώπης. Ουσιαστικά μία εκμετάλλευση και μετάλλαξη του έστω ασταθούς και ευάλωτου ευρωπαίκού οικοδομήματος σε μία κοινότητα υποτακτικών με ηγεσία της Γερμανίας. Απόλυτη. Και εκεί θα εξηγούσα στην εισαγωγή μου ότι είναι αναγκασμένος να το κάνει λόγω του ανταγωνισμού με αυταρχικά και διεφθαρμένα καθεστώτα που δρουν ως πολιορκητικοί μηχανισμοί των αγορών, των δικτύων, που αλώνονται από αυτά, τα υπηρετούν, τα προστατεύουν, θέτουν τους μηχανισαμούς του κράτους στις υπηρεσίες του. Εννοώντας, Κίνα , ασιατικές αγορές και κράτη, Ρωσία, κ.λ.π. Θα τόνιζα την ιδιόμορφη θέση και την παγίδευση της Αμερικής στον παλιό ιμπεριαλιστικό ρόλο της, και τις αντιφάσεις ανάμεσα στο πολίτευμα, την εξωτερική πολιτική και τις οικνομικές διαστάσεις κ.λ.π.

Τότε θα αντιλαμβάνομουν τα συμφέροντα και τη λογική του κ.Σόιμπλε, τους φόβους του ότι ακριβώς όλη αυτή η παράδοση της Ευρώπης, περί αλληλεγγύης, δικαιωμάτων , δημοκρατίας κ.λ.π. την αδυνατίζει ως έναν ισχυρό παίκτη πλήρως συνασπισμένο, παραδομένο στη Γερμανία, που μόνο έτσι μπορεί να εξασφαλίσει την επιβίωσή της και όσων την ακολουθούν.κατά τη γνώμη του. Και κατά τα συμφέροντα της χώρας του, όπως τα εννοεί!

Όμως τι θα απαντούσα εγώ στη μελέτη μου για τις εναλλακτικές δυνατότητες; Γιατί εγώ με πείσμα αναζητώ αυτές τις δυνατότητες! και ελπίζω κι εσείς!  Και πιστεύω ότι κάποια άλλη λύση θα υπάρχει, εκτός από την αυθόρμητη αμυντική αντίδραση, αναδίπλωσης στον εαυτό μας είτε είμαστε μικρή χώρα είτε μεγάλη! Αυτό μας ενδιαφέρει. και περιμένουμε. όχι η δαιμονοποίηση του κ. Σόιμπλε!

Τότε, σε μια διαπραγμάτευση, ας πούμε, θα μπορούσαμε να καθησυχασουμε τον εχθρό για την πιθανή απώλεια δύναμης και ισχύος, τα υπέρ και τα κατά, και κυρίως να κάνουμε επίκληση σε αξίες αλλά και συμφέροντα, συμφέροντα και αξίες, για να επιδιώξουμε ελκυστικες φιλίες και συμμαχίες!

Γιατί αν απλώς εμείς κουνάμε το δάχτυλο με τις αξίες και οι άλλοι με την υποτιθέμενη παραγματικότητα που εμείς, τάχα, δεν αποδεχόμαστε, δεν είμαστε τελικά και πολύ διαφορετικοί, αντίθετα όμως πράγματι οι άλλοι έχουν διαφορά δύναμης! Που την ξέρουμε, και δεν τη δραματοποιούμε, αλλά έχουμε θέσεις και πάμε να διαπραγματευτούμε! Και μπορούμε να ξαναπάμε, αν θέλετε, αφού μελετήσουμε όλοι περισσότερο, και αφού διασωθούμε στα βασικά! Με τιμή και πεποίθηση!

Περιμένοντας την απάντησή σας
Κ.Σ.

Υ.Γ. Μήπως όμως ξέρουμε ότι στη βράση κολλάει το σίδερο, και ότι δεν εμπιστευόμαστε ούτε τους εαυτούς μας, ότι σε λίγες μέρες, και αφού ανοίξουν και οι τράπεζες, όλοι θα χρειαστούμε την απλή , γνωστή διαχείριση της καθημερινότητάς μας, που διαχωρίζει, βέβαια τους αριστερούς, στην αριστερά και τους διαχειριστές στα αναγκαία και αναπόφευκτα. Ουφ, δηλαδή!

Η ομιλία του κ. Βαρουφάκη στη Βουλή στις 15/07/2015

Τρίτη 14 Ιουλίου 2015

Το κεφάλι του Βαρουφάκη!

Αν ξεκινήσουμε με μερικές υποθέσεις , η τέταρτη είναι σίγουρη βάση σκέψης:

α)Δεν ήταν μια δεμένη παρέα, και τώρα ο Τσίπρας ελπίζω να μην πάρει τον εαυτό του πολύ σοβαρά!

β)Περιέργως πως  όμως παίρνει σοβαρά τις προεκλογικές του δεσμεύσεις, να μείνουμε στο Ευρώ, κ.λ.π. Αυτό, πια! Στην Ελλάδα!

γ) Νέοι, ειλικρινών  προθέσεων άνθρωποι συγκεντρώνουν συχνά γύρω τους μέντορες ή αντιφατικές ατζέντες! (Από Γλέζο, Βαρουφάκη, έως Λαφαζάνη..)

δ) Πριν τις εκλογές το παλιό σύστημα δεν μπορούσε να περάσει πια τίποτα από μέτρα. Γι αυτό είχαμε να πάρουμε λεφτά τόσο καιρό. Δεν ήταν δυνατό να γίνουν οι έλεγχοι της Τρόικας γιατί δεν είχαμε εφαρμόσει τίποτα!


Διαβάστε λοιπόν τη συνέντευξη του Βαρουφάκη, ολόκληρη..

Δεν σημαίνει πάντως ότι εν τη αφελεία μας ψηφίσαμε πολλοί! Ίσα - Ίσα. Και ένα μεγάλο κομμάτι από το ΟΧΙ ήταν σχετικά έτοιμο να ανοιχτεί σε μια περιπέτεια,  ακολουθώντας και κάποιους που αυτοσχεδίαζαν! 

Επιμένω σε αυτό, όσο κι αν φαίνεται άτοπο. Πώς αλλιώς θα υπήρχε μια μικρή ελπίδα στο ελληνικό περιβάλλον; ! Τι πιο εύκολο να μιλάμε στην Ελλάδα για μακρόχρονους προγραμματισμούς , για σοβαρότητα, για μεγάλη οργάνωση κ.λ.π.Και τι ψέμα!

 Και τα λένε αυτά, όσοι τρώνε και υπάρχουν, ακριβώς από την ανατολίτικη αναβλητικότητα, την αδράνεια του ελληνικού συστήματος, όπου τίποτα δεν αλλάζει!

 Όμως ο Τσίπρας δεν άντεξε. Έτσι νομίζω! Ήρθε η ΠΕΡΙΒΟΗΤΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ. Αυτή που πολλές φορές φαίνεται ως η μόνη, και ότι, τάχα, δεν αλλάζει! Και μαζεύτηκε! Γι αυτό κι αναρωτιόμασταν τότε για την αποπομπή Βαρουφάκη!

Αλλά είναι καλό παιδί, και του δώσαμε και το φωτοστέφανο ότι κάτι θα κρατούσε από την τρέλλα, έστω και χωρίς τη γνώση, του Βαρουφάκη. Και μπήκαμε όλοι εκεί στα δωμάτια των Βρυξελλών. Και βγήκαμε φέτες!

 Με μα συμφωνία που δεν υπήρχε περίπτωση να πετύχει κανένας, ποτέ των ποτών στην Ελλάδα, παρά μόνο με πραξικόπημα.Και να εφαρμόσει παρά μόνο με δικτατορία. Αλλά φοβήθηκε, όπως φοβόμαστε όλοι!  Και πήρε την ευθύνη να κάνει κάτι, γιατί είναι νέος, αριστερός,  και έχει την αντίληψη να ολοκληρώνει δράσεις , ακόμα.

Όχι να αφήνει τα πάντα να καταρρέουν, να μην αλλάζει τίποτα, να μην περνούν οι έλεγχοι των θεσμών , άρα και η ροή καφαλαίων , εδώ και ένα χρόνο, όπως κατέληξε η κεντροδεξιά!

Φοβήθηκε! Η σχέση με τον Βαρουφάκη ήταν πολύ επιδερμική, και μοναχική. Δεν υπήρχε κάποια ομάδα με την ίδια δυναμική, την ίδια λελογισμένη επιμονή και το θάρρος. Ακριβώς με αυτά που τόσο εύκολα αποδίδονται ως τα αρνητικά του Βαρουφάκη.


Επίσης δεν σημαίνει ότι από δω και πέρα δεν μπορούν κάποιοι να ετοιμάσουν ένα σχέδιο εξόδου ή ό, τι άλλο!  Να το δω! Αλλά η ζωή θα προχωράει , και οι νέες γενιές θα είναι αλλού, κατά πάσα πιθανότητα. Εννοώ και σε άλλους προβληματισμούς!

Αν υπάρξει Αριστερά που να θέλει κοινοβουλευτικές, ή κυβερνητικές επιλογές θα πρέπει να δουλέψει πολύ! Πριν!

Το πιο πιθανό, όμως, είναι ότι δεν θα το κάνει! Κομφορμιστική κι αυτή, θα ζητήσει επίσης το κεφάλι του Βαρουφάκη, και θα περιμένει το επόμενο λαϊκό κύμα, να ανεβεί επάνω του το ίδιο ανοργάνωτα, τυχοδιωκτικά, και τζογάροντας, όπως σάλταρε και η κεντροδεξιά στο καράβι της Ευρώπης, από Σημίτη τουλάχιστον και μετά!

Η συνέντευξη του Βαρουφάκη στο NewStateman

Παρασκευή 10 Ιουλίου 2015

από την αντίσταση στην ανθεκτικότητα        Αντώνης Λιάκος

 Tο δημοψήφισμα αποτέλεσε μια ισχυρή στιγμή αντίστασης και μια εκδήλωση αξιοπρέπειας όχι μόνο απέναντι στην αποικιακού τύπου συμπεριφορά των Ευρωπαίων ηγετών που χειρίζονται τις διαπραγματεύσεις, αλλά και προς εκείνο το μέρος της ελληνικής κοινωνίας που έχει εσωτερικεύσει τη νοοτροπία του υποδεέστερου (subalterity) και μιλά με τη φωνή του Κυρίου. Τα ποσοστά και η κατανομή του «Όχι» και του «Ναι» στις πλούσιες και τις φτωχές περιοχές έφεραν με μεγάλη σαφήνεια μπροστά μας την κοινωνία των δύο τρίτων. Ήταν μια συγκλονιστική στιγμή, δεδομένου του ασφυκτικού πλαισίου με το κλείσιμο των τραπεζών και την άμετρη καταστροφολογία, απέναντι στην οποία οι Έλληνες αντέδρασαν με αξιοσημείωτη ηρεμία. Η απόφαση ήταν περισσότερο κοινωνική και λιγότερο ιδεολογική, πράγμα που επίσης φάνηκε από τα τραυλίσματα και τις υπαναχωρήσεις των μεσοαστών αριστερών της μεταπολίτευσης, αλλά και από την πύκνωση του «Όχι» σε γεωγραφικές περιοχές και ηλικίες που ψήφιζαν από παράδοση συντηρητικά. Κυρίως ήταν η λαϊκότητα που ήρθε στο προσκήνιο, αυτό το τέρας που εξορκίζεται στο όνομα του λαϊκισμού, εδώ και χρόνια, αλλά δεν λέει να πεθάνει. 
Ακριβώς όμως αυτή τη στιγμή, τη στιγμή της αντίστασης, χρειάζεται να πάμε ένα βήμα πιο πέρα: από την αντίσταση στην ανθεκτικότητα. Η αντίσταση, ως ηθικοπολιτική στάση αλλά και λαϊκό σύνθημα, ως κουλτούρα και πολιτική πράξη, είναι κάτι που προέρχεται ιστορικά από την εποχή του μεγάλου αντιφασιστικού πολέμου. Προηγουμένως μπορεί οι κοινωνίες πράγματι να αντιστέκονταν στις αλλαγές που επέβαλε ο καπιταλισμός, αλλά δεν είχαν θεωρητικοποιήσει τη στάση τους αυτή ως αντίσταση. Στη γλώσσα των κοινωνικών κινημάτων ήταν η έννοια της «επανάστασης» που μετρούσε, του «αγώνα», της «πάλης των τάξεων». Η έννοια της αντίστασης επικράτησε ως μια ιδεολογία που επιδίωκε να ενώσει την κοινωνία απέναντι στον φασισμό, ο οποίος εξέφραζε μια γενικευμένη απειλή κατά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο.
Η έννοια της αντίστασης έγραψε τη δική της ιστορία στην Ελλάδα. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, απέναντι στις αντιδημοκρατικές εκτροπές, στη δικτατορία του 1967. Το να αντιστέκεσαι απέκτησε μια αύρα, εξιδανικεύτηκε ως στάση ζωής, όπως στους στίχους του Μιχάλη Κατσαρού: Αντισταθείτε.1 Αυτή η αύρα συνόδευσε τη δημιουργία της σημερινής κυβερνώσας Αριστεράς. Όχι μόνο τη συνόδευσε, αλλά την έθρεψε κιόλας, ήταν η μεγάλη πηγή που την άρδευσε, κυρίως όταν άρχισε να φυσάει η λαίλαπα των αλλαγών του νεοφιλελευθερισμού. Η αντίσταση ως εκδίπλωση της κριτικής και των αγώνων απόκρουσης αυτών των αλλαγών, πριν αλλά κυρίως κατά τη διάρκεια της κρίσης, έφερε την Αριστερά στην εξουσία.
Γιατί λοιπόν αυτή την έννοια, αντί να τη διαφυλάξουμε, να την αντικαταστήσουμε; Και γιατί να την αντικαταστήσουμε με την έννοια της ανθεκτικότητας; Και γιατί τίθεται το συγκεκριμένο ζήτημα τώρα, μετά τον θρίαμβο του πνεύματος της αντίστασης;
Η αντίσταση προϋποθέτει δύο δυνάμεις: αυτή που επιτίθεται και αυτή που αντιστέκεται. Ο κόσμος μας όμως δεν είναι δυαδικός: εμείς και οι εχθροί. Είναι πολύπλοκος και πολυσχιδής. Πρέπει να επιβιώσει κανείς από πιέσεις και καταστροφές που προέρχονται από πολλές πλευρές. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν είναι μόνο η πολιτική της λιτότητας απέναντι στην οποία πρέπει να αντισταθεί κανείς. Η πίεση προς τη λιτότητα προέρχεται μεν από τη δημοσιονομική πειθαρχία στην οποία εξαναγκάζει η σημερινή ηγεσία της Ε.Ε., αλλά επιβάλλεται επίσης έμμεσα και εξίσου αποτελεσματικά από τον ανταγωνισμό της περιφέρειας. Σε αυτόν τον ανταγωνισμό τα πιο αδύναμα μέρη του δυτικού κόσμου υποκύπτουν και δεν μπορούν να υπερασπίσουν τα στάνταρ της προηγούμενης ζωής τους. Οι απειλές αυτές δεν προέρχονται μόνο από την Κίνα, την Ινδία και τις άλλες χώρες φτηνής παραγωγής. Η πρώην Ανατολική Ευρώπη που τώρα βρίσκεται εντός Ε.Ε. είναι ένας αναπάντεχος σύμμαχος της γερμανικής ηγεσίας, ένας ανταγωνιστής της Ελλάδας, με τις ανύπαρκτες συντάξεις και τους χαμηλότατους μισθούς, με την απουσία δημοκρατικών παραδόσεων. Πώς να αρθρώσεις την αντίσταση εναντίον αυτών των άλλων φτωχών; Στις χώρες αυτές η μετακομμουνιστική πολιτική τάξη, χωρίς δημοκρατικές παραδόσεις, αυτοπεποίθηση και δική της παράδοση, αγκάλιασε με φανατισμό νεοφώτιστου τις νεοφιλελεύθερες συνταγές που καλά καλά δεν είχαν εφαρμοστεί ούτε στις ίδιες τις χώρες από όπου προέρχονταν. Οι συχνές πυκνές συγκρίσεις με τους μισθούς και τις συντάξεις της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας από τους ανθρώπους της τρόικας δείχνουν τις διαθέσεις του ευρωπαϊκού διευθυντηρίου. Τους χρησιμοποιούν ως εφεδρεία. Η Ελλάδα οφείλει να επιστρέψει στον γεωγραφικό της χώρο. Αν προσθέσεις σ’ αυτό τη γερμανική κυριαρχία στις χώρες αυτές, καταλαβαίνεις το καινούριο γεωπολιτικό πλαίσιο που διαμορφώνεται κάτω από την επίφαση και τους θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Καμιά άλλη ευρωπαϊκή χώρα δεν μπορεί να αντισταθμίσει τη γερμανική επιρροή στο ανατολικό κομμάτι της Ευρώπης, από τη Βαλτική έως το Αιγαίο.
Η αντίσταση προϋποθέτει λίγο-πολύ γνωστούς κινδύνους. Τον εχθρό τον ξέρεις. Αλλά σήμερα πολλές φορές εκείνο που έχεις να αντιμετωπίσεις είναι αναπάντεχο. Η ενδεχομενικότητα σε έναν σύνθετο κόσμο δημιουργεί νέα προβλήματα, αλλά και ευκαιρίες. Πώς να μιλήσεις για αντίσταση στο πιεστικό ζήτημα των προσφύγων και των μεταναστών, μέσα στο δεδομένο πλαίσιο που ορίζεται από τους πολέμους στην περιφέρεια της Μεσογείου και τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς που δεν επιτρέπουν την κινητικότητά τους στην υπόλοιπη Ευρώπη; Πώς να μιλήσεις για αντίσταση στην περίπτωση του Ισλαμικού Κράτους που περικυκλώνει τη Μεσόγειο; Πώς να μιλήσεις για αντίσταση στο παζλ της Ουκρανίας; Πώς να μιλήσεις για αντίσταση μπροστά σε κινδύνους άγνωστους όπως μια πιθανή κατάρρευση της αγοράς αξιών στην Κίνα;
Για όλους αυτούς τους λόγους, αλλά και για άλλους πολλούς, το ζήτημα τώρα δεν είναι πλέον η αντίσταση αλλά η ανθεκτικότητα. Η ικανότητα της αντοχής. Η ικανότητα να απορροφήσεις έναν κίνδυνο, ενδεχομένως να υποχωρήσεις, αλλά στη συνέχεια να συνέλθεις και να επανέλθεις στη φυσιολογική κατάσταση. Και οι κοινωνίες σήμερα έχουν ανάγκη από αυτή την ανθεκτικότητα. Γιατί η ανθεκτικότητα σημαίνει επιβίωση, σημαίνει μακροχρόνια στρατηγική, πολυσύνθετη, ανάπτυξη ειδικών ικανοτήτων.
Πιστεύω ότι αυτό δεν είναι απλώς ένα θεωρητικό σχήμα, δανεισμένο από τη βιολογία και την οικολογία, δηλαδή την ανθεκτικότητα των οργανισμών και των οικολογικών συστημάτων να αντέξουν τις πιέσεις, να επιβιώσουν και να επανέλθουν (resilience). Η εποχή που ζούμε είναι μια εποχή που έχει τα χαρακτηριστικά του περιβάλλοντος εν κινδύνω, ή καλύτερα του περιβάλλοντος εν κινδύνοις.
Είχα υποστηρίξει, από την αρχή της κρίσης και με διάφορες ευκαιρίες, ότι όσα μας συμβαίνουν σήμερα δεν πρέπει να τα δούμε μέσα στο δίπολο λιτότητας-μη λιτότητας, Γερμανίας-Ελλάδας, ευρωπαϊκού Βορρά-Νότου ή άλλων διπολικών συστημάτων.
Συμβαίνει μια μεγάλη αλλαγή στον κόσμο. Αλλαγή παραγωγικών μοντέλων, γεωγραφικών οικονομικών ζωνών, αναδιάταξης κέντρων και περιφερειών. Σε αυτή τη μεγάλη αλλαγή η Ευρώπη μεταβάλλεται, δεν συνεχίζει να είναι αυτό που ήταν, αναδιατάσσει τις περιφέρειές της, τις οικονομικές της κυριαρχίες. Σε ένα παρόμοιο σκηνικό, που είναι σκηνικό πολέμου, θα πρέπει να προβληθούν τα ελληνικά πράγματα για να είναι κατανοητά. Η κρίση και η πολιτική της κρίσης αλλάζει την οικονομία και την κοινωνία της Ελλάδας. Μέσα σε αυτή την προοπτική η αντίσταση έχει μεν ηθικό νόημα, ως προς τις συμπεριφορές, αλλά στην προβολή της στη μεγάλη εικόνα είναι η ανθεκτικότητα που μετράει. Ανθεκτικότητα βιοτική ώστε να μη διαρραγεί ο κοινωνικός ιστός, ανθεκτικότητα ηθική ώστε να μην εξαχρειωθεί το αίσθημα του κόσμου, ανθεκτικότητα πολιτική ώστε να συνεχίζει να υπάρχει μια δύναμη που μπορεί να προσβλέπει στην επούλωση των πληγών και στην αειφορία, στην εικόνα ενός μέλλοντος το οποίο είναι αναγκαίο για την επιβίωση του παρόντος.
Η Ελλάδα μετά από ένα δημοψήφισμα που κέρδισε και διατράνωσε την αντίστασή της, βρίσκεται απέναντι σε δυνάμεις υπέρτερες, αλλά θα έλεγα και μοχθηρές. Το ελληνικό παράδειγμα, το οποίο βρίσκει ανταπόκριση και συμπάθεια σε ένα μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης, πρέπει να καταστραφεί. Να εξοβελιστεί ή να συκοφαντηθεί διά της υποταγής. Τα πράγματα έχουν δρομολογηθεί προς την περίφημη έξοδο, η οποία θα πάρει τιμωρητικό χαρακτήρα.
Υποταγή ή έξοδος λοιπόν; Υποταγή ή αντίσταση; Στο δίλημμα αυτό θα απαντούσα ότι πρέπει να καθοδηγηθούμε από εκείνο που εξασφαλίζει την ανθεκτικότητα. Την ανθεκτικότητα της χώρας, αλλά και την ανθεκτικότητα της κυβέρνησης της Αριστεράς. Και θέλω εδώ να εξηγηθώ, γιατί δεν είναι εύκολο να διατυπώνεις σαφείς απαντήσεις σε δύσκολους και ρευστούς καιρούς.
Τόσο η έξοδος όσο και η αποδοχή ενός νέου μνημονίου χρειάζονται διαχείριση. Και θα μπορούσε να υπάρξει καλή και κακή διαχείριση. Η πολιτική των μνημονίων έως τώρα οδήγησε σε καταστροφές τη χώρα, τη γονάτισε επειδή, εκτός των άλλων, την εφαρμογή τους την ανέλαβαν κυβερνήσεις ψοφοδεείς, ιδιοτελείς και διεφθαρμένες. Η σημερινή κυβέρνηση έως τώρα απέδειξε ότι διαθέτει τα κύτταρα της αντίστασης, πάλεψε σκληρά έως την τελευταία στιγμή, δεν είναι ανάγκη να πέσει και επί των επάλξεων. Με την ίδια ικανότητα και προπαντός θέληση μπορεί να δράσει για να εξασφαλίσει την ανθεκτικότητα. Μέσα σε έναν μεταβαλλόμενο κόσμο, αν έχει θέληση θα βρει ευκαιρίες για να ανατρέψει δυσμενείς συνθήκες, να κερδίσει έδαφος, να αλλάξει τις ισορροπίες. Αλλά πρέπει να είναι μέσα, όχι έξω. Να είναι μέσα καιροφυλακτώντας για το ενδεχόμενο, προετοιμαζόμενη με ένα σαρωτικό κύμα μεταρρυθμίσεων, να αλλάξει τα πάντα και να κερδίσει το χαμένο έδαφος στο εσωτερικό, να μεταβάλει ριζικά το πολιτικό τοπίο και τους εσωτερικούς συσχετισμούς δυνάμεων.
Ας θυμηθούμε την ιστορία του Κυρίου και του Υπηρέτη στον Χέγκελ. Στη συμβολική αυτή παραβολή, ο ένας, προκειμένου να μην πέσει ηρωικώς, δέχεται να αναγνωρίσει τον άλλο και να εργαστεί γι’ αυτόν. Στο τέλος όμως αυτός είναι που κερδίζει, γιατί ο Κύριος αναλώνεται για να συντηρήσει την κυριαρχία του. Αυτό συνέβη αναρίθμητες φορές, και η ανατροπή της ισχύος ανάμεσα στη Δύση και τις πρώην αποικίες της, τον αναδυόμενο κόσμο, είναι μια επαλήθευση της προβλεπτικότητας αυτού του μύθου.
«Και το δημοψήφισμα;» θα πείτε, «τι θα πούμε στον κόσμο αυτόν που είπε Όχι;» Μα το δημοψήφισμα αυτό δημιούργησε μια υποκειμενικότητα πολύ ισχυρή, τον πυρήνα θέλησης που ισχυροποιεί την ανθεκτικότητα, και έχει καταστήσει τον πρωθυπουργό αναμφισβήτητο κυρίαρχο του πολιτικού πεδίου. Επομένως το «Όχι» θα εκφραστεί με την εκκαθάριση του εσωτερικού πεδίου, εκείνων των προνομίων και των νοοτροπιών του ενός τρίτου της κοινωνίας, ή ακόμη εκείνου του δεκάτου που κατά τη διάρκεια της κρίσης κέρδισε άλλο ένα δέκα τοις εκατό της εθνικής πίτας. Ισχυροποίηση των εσωτερικών ερεισμάτων δεν σημαίνει δημιουργία ενός νέου σκληροπυρηνικού καθεστώτος τσαβικού ή μαδερικού τύπου, αλλά σαρωτικές μεταρρυθμίσεις σε όλα τα πεδία, από τη Δικαιοσύνη έως την Παιδεία, τη Δημόσια Διοίκηση, την Υγεία, παντού. Σημαίνει αναμόρφωση του πεδίου της ενημέρωσης, σημαίνει ένα αποτελεσματικό φορολογικό σύστημα και φορολόγηση της ολιγαρχίας. Σαρωτικές αλλαγές που θα ανατρέψουν ισορροπίες που δημιουργήθηκαν εδώ και πολλές δεκαετίες, κατεστημένα που δεν μπορούν να θιχτούν διαφορετικά πάρα μόνο κάτω από καθεστώς έκτατης ανάγκης, όπως είναι αυτό που επιβάλλεται τώρα από το εξωτερικό. Χρειάζεται ένα γιακωβίνικο πνεύμα που θα σαρώσει τις εσωτερικές Βανδέες. Ανθεκτικότητα σημαίνει ανορθόδοξος πόλεμος, όχι πόλεμος χαρακωμάτων. Είναι τόσο πολλά που πρέπει να γίνουν σε αυτή την κοινωνία, ώστε οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση στο εξωτερικό πρέπει να χρησιμοποιηθούν ως μοχλός αλλαγών στο εσωτερικό. Ανθεκτικότητα είναι ο αίλουρος που παραμονεύει την ευκαιρία μέσα από την πυκνή φυλλωσιά του δέντρου, όχι ο σκύλος που φυλάει τα σύνορα στο γυμνό και χωρίς προφυλάξεις πεδίο.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ
1. http://users.uoa.gr/~nektar/arts/poetry/mixalhs_katsaros_poems.htm

Κυριακή 5 Ιουλίου 2015

Το ΟΧΙ

Ας εμπιστευτούμε την πλαυρά της κοινωνίας μας που θέλει να αρθρώσει κάτι διαφορετικό , και δεν ξέρει πώς. Είναι και στο ΝΑΙ, αλλά είναι και στο ΟΧΙ.
Το ΝΑΙ, μέχρι τώρα , αν το δούμε ως  τους εξευρωπαϊσμένους , μορφωμένους, δημιουργικούς σχετικά πολίτες , που επιθυμεί ανάπτυξη και εκσυγχρονισμό, δεν μπόρεσε να πάρει το πάνω χέρι στα τεκταινόμενα, πολιτικά και κοινωνικά.

Υπάρχουν παθογένειες, συμφέροντα, δυσκολίες που δεν το αφήνουν.

Επίσης τα τελευταία χρόνια,  ένα κομμάτι του,  αναγκάστηκε να συμπλεύσει με τα δόγματα του σκληρού νεοφιλελευθερισμού θεωρώντας τις συνέπειες αυτών των δογμάτων αναπόφευκτη θυσία για την προκοπή της χώρας


Τώρα με μοχλό αυτή την κυβέρνηση, που έχει μια διάθεση αλλάγής και μια διάθεση δουλειάς.

Ας δοθεί η ευκαιρία να υποστηρίξει η μεσαία τάξη και το κομμάτι εκείνο της κοινωνίας, που έχει ζαλιστεί και αποπρασανοτολιστεί από ανεργία, μέτρα , ημιμάθεια, αποκοπή  από τις παραδόσεις που προσέδιδαν ταυτότητα στο λαϊκό κόσμο της εργασίας παλαιότερα , και ας αναζητηθεί η κρίσιμη εκείνη πλειοψηφία που στα δύσκολα λειτουργεί ως ατμομηχανή προς την κινητοποίηση δυνάμεων αλλαγής και δημιουργικόηττας.

Ελπίζοντας σε ψυχραιμία και ανάληψη του μικρού , λελογισμένου ρίσκου που θα απαιτήσουν οι επόμενες μέρες

Καλή ψήφο σε όλους μας !

Παρασκευή 3 Ιουλίου 2015


To  ΟΧΙ και η Χρυσή Αυγή



Ακούω την ομιλία της Χρυσής Αυγής. Και σκέφτομαι ότι εδώ είναι ο σκληρός πυρήνας της αντίδρασης της μεσαίας μορφωμένης τάξης. Ο ιδεολογικός, ας πούμε, εκτός από τον άλλον, των κλειστών τραπεζών. 

Όμως, αν η ευαισθησία μας για την Άνοδο της Χρυσής Αυγής είναι ουσιαστική δεν μπορεί να ξεχνά την κοινωνικοοικονομική βάση της επιρροής τέτοιων ιδεών. Δεν μπορεί να τις αντιμετωπίζει εν κενώ.

Έπειτα θυμίζω την άποψη του Πρίμο Λέβι στο παράρτημα του βιβλίου του «Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος» :
(...) « ένας νέος φασισμός συνοδευόμενος από μισαλλοδοξία, αυταρχικότητα και δουλεία , μπορεί να γεννηθεί έξω από τη χώρα μας και μετά να εισαχθεί , χωρίς να κινήσει τις υποψίες και ίσως κάτω από άλλο όνομα .
Ή μπορεί να ξεσπάσει στο εσωτερικό της χώρας μας μια βιαότητα η οποία θα μπορούσε να καταστρέψει κάθε αμυντικό φραγμό.
Τότε οι συμβουλές για σύνεση δεν ωφελούν πια και πρέπει να βρούμε τη δύναμη να αντισταθούμε: και η γνώση αυτών που συνέβησαν στην καρδιά της Ευρώπης , αρκετά, πρόσφατα, μπορούν να νουθετήσουν και να βοηθήσουν».


Η μεσαία μορφωμένη τάξη έως τώρα,  αντιμετώπισε και στρίμωξε τη Χρυσή Αυγή.

Αν θέλει να θυμηθεί και τη Βαϊμάρη, και όλα αυτά , θα πρέπει να κάνει κάτι καλύτερο σε αυτή την περίπτωσή.

Δεν είναι υποχρεωτικό, ανθρώπινο είναι,  όλοι να φοβόμαστε

Αλλά αξίζει ένας από τους πιο μορφωμένους λαούς της Ευρώπης να δεχτεί να πάρει κάποιο ρίσκο.

Ας αγαπήσουμε το λαό μας!
Όπως τον αγαπούν οι ποιητές!

Πέμπτη 2 Ιουλίου 2015



Η αγάπη για την Ευρώπη και η επιλογή του ΟΧΙ στο Δημοψήφισμα

.. Και όμως από παλιά  μια κάποια Αριστερά ήταν που έδειξε συγκινητική αφοσίωση στην Ευρώπη, από τον παλιό Συνασπισμό, και πιο παλιά το ΚΚΕ εσωτερικού, συγκινητικοί ήταν οι αριστεροί που στήριξαν τον Ευρωπαϊκό προσανατολισμό.

Αν  ψάχνουμε  να συγκινηθούμε.

Θυμίζω τον Μιχάλη Παπαγιαννάκη. Που μπορεί και να ήταν στο ΝΑΙ τώρα, δεν ξέρω..

 Ξέρω την πάλη με την αίσθηση ότι συντάσσομαι με κάτι παράλογο, αυτοκαταστροφικό, το γερό άδραγμα της κοινής λογικής που πολλές φορές μπερδεύεται με το ένστικτο επιβίωσης, αλλά ίσως θα μπορούσαμε να ακούσουμε αυτό που λέει η κυβέρνηση:

 " Χρειαστήκαμε να το ξαναπείτε , πολίτες της Ελλάδας, ότι δεν θέλετε πάρα πολύ σκληρά μέτρα, ότι θέλατε κάτι, κάπως  καλύτερο. Αν δεν μπορείτε να το ξαναπείτε,  δεν πειράζει. Εμείς δεν μπορούμε να προχωρήσουμε άλλο, γιατί νομίζουν ότι είναι προσωπική επιμονή, ιδεοληψία η προσπάθειά μας για κάτι πιο μαλακό! Για κάτι κάπως καλύτερο!  "

Με ό, τι κι αν έχω ασχοληθεί τα τελευταία χρόνια ως εκπαιδευτικός, ως σκεπτόμενος άνθρωπος, πάντα η πολιτειότητα ήταν ο άξονας ισορροπίας. 

 
 
Σκέψεις υπέρ της επιλογής του ΟΧΙ:


Για όσους το σκέφτονται και δεν έχουν απαντήσει αυτόματα, και για όσους θέλουν να δουν την επιλογή τους μέσα από διαφορετικές οπτικές γωνίες.

"Να ζητάτε το αδύνατο" ! Για να πετύχετε κάτι.

Πολλοί υποστηρίζουν ότι ένας τέτοιος τρόπος σκέψης είναι ξεπερασμένος, γιατί κρύβει ολοκληρωτικές επιλογές, όπου το Όνειρο κάποιας πλειοψηφίας, ή δυναμικής μειοψηφίας που τελικά πλειοψηφεί, με θεμιτά ή αθέμιτα μέσα, γίνεται εφιάλτης για την κοινωνία!

Παρόλα αυτά ας εξετάσουμε πόσο μπορούμε να πάμε κόντρα στο Όνειρο σε δεδομένες ιστορικές στιγμές, και τι σημαίνει αυτό:

Εδώ , προς το παρόν έχω να πω το εξής:

α) Ας σκεφτούμε πόσο μπορούμε να συγχέουμε πλέον τα Μνημόνια με ένα είδος αναγκαίας επικράτησης ορθολογισμού και εκσυγχρονισμού στη χώρα.. Μπορούμε;

β) Πόσο μπορούμε να συγχέουμε την αποδοχή των αδήριτων αναγκών της επιβίωσης με πολιτική επιλογή, και σύνθημα ενότητας.


 ΝΑΙ και ΟΧΙ δεν θα είμαστε μαζί στους δρόμους της δουλειάς, της καθημερινότητας την επόμενη μέρα, νικητές και νικημένοι,  δεν είμαστε συνολικά σχεδόν σε αδιέξοδο τα τελευταία χρόνια;

Αν το ΝΑΙ, είναι ένα μικρό παράθυρο προς την ελπίδα της κανονικότητας, σίγουρο (;) για πολλούς (;), για πόσο (;) γιατί στην ουσία δεν είναι και το ΟΧΙ που έχει με το μέρος του μια συνήθη προσπάθεια υπέρβασης που κάνουν συχνά ζορισμένοι λαοί; Μια έμφαση στην ανάγκη τους για οξυγόνο;


Πόση δυναμική θα δώσει στην κοινωνία μας ένα πνεύμα χαρούμενης αποδοχής της Ανάγκης ως βασίλισσας της ζωής μας; Αυτή θα είναι η Νέα Μεγάλη Ιδέα;

Έχω το δικαίωμα να ξέρω ότι είμαι έτοιμος να δώσω γη και ύδωρ για ένα ποτήρι νερό, να κάθομαι να με κάνουν ό, τι θέλουν, όταν διψάω, πεινάω και κρυώνω, να το δέχομαι αυτό, να ζω με αυτό, αλλά να μπορώ και να ονειρεύομαι και κάτι καλύτερο;

Και να προσπαθώ /να προσπαθήσω να το πετύχω;

Και αν αποτύχω επιτρέπεται να γυρίσω στο ζυγό της Ανάγκης, που το ξέρω, βέβαια, όλοι το ξέρουμε, ότι αυτό είναι η καθημερινότητα, αυτό είναι η ζωή;

Πρέπει  δηλαδή, να μην γυρίσω , να αυτοκτονήσω επειδή ήθελα κάτι καλύτερο;

"Ναι , αλλά οι Έλληνες δεν δέχονται ότι έτσι είναι η ζωή, και κάνουν τους μάγκες".

Ωραία , ας το υπενθυμίσυμε και σε αυτούς που δεν το ξέρουν , γιατί μεγάλωσαν καλομαθημένοι στη Μεταπολίτευση, γιατί χάθηκε η λαίκή αυτοεκτίμηση του κόσμου της εργασίας, και ας επιστρέψουμε.


Αλλάζει κάτι;Έτσι θα αποκτήσουμε την κουλτούρα των Κεντροευρωπαίων; Με 20 χρόνια τιμωρίας, να μάθουμε;

Τετάρτη 1 Ιουλίου 2015



Το δημοψήφισμα δεν ακυρώθηκε, αλλά ο πρωθυπουργός μου απήντησε! 

 Αφού εμβάθυνα σήμερα σε Μέσα (μπρρρ) και Δίκτυα (!!) και κατέληξα το πρωϊ ότι πρέπει να πειστεί ο πρωθυπουργός να ακυρώσει ή κάπως να μετεξελίξει το δημοψήφισμα, άκουσα ότι θα μιλήσει στην τηλεόραση. Και περίμενα το μήνυμά του προς τον ελληνικό λαό.

Και σχεδόν έλεγα ότι κάπως θα τον έχει φωτίσει ο Θεός, η Παγκόσμια Ψυχή, που λέει κι ο Jung, νομίζω, να κάνει κάνει κάτι για το δημοψήφισμα, παράλληλα με την επιδίωξη συμφωνίας, παράλληλα με την αντιμετώπιση των εσωτερικών καταστάσεων, κ.λ.π.

 Και το έκανε .Δεν υποχώρησε, με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο, που τον κοιτούσα και με κοιτούσε στα μάτια , (και τον πρόσεξα καλά καλά) ! Βάζω και κανένα χαμογελάκι, για τους συνοφρυωμένους..Και μετά είπα , εντάξει. Μπορώ να το δω έτσι. Πρέπει βέβαια να ηρεμήσω, να ατενίσω αυτήν την οπτική και να μην γυρνοβολάω πέρα δώθε. Πράγμα απαραίτητο , έτσι κι αλλιώς! 

Τώρα λοιπόν αφού το «απελθέτω απ΄εμού το ποτήριον τούτο», δεν έπιασε, να σας πω τη σκέψη μου για την ψήφο της Κυριακής. Συγγενείς φίλοι σε αναστάτωση. Άλλοι θυμωμένοι, άλλοι πανικόβλητοι, άλλοι πεισμωμένοι, άλλοι στωικοί, άλλοι γρίφοι, άλλοι δεν θα πάνε, άλλοι σε δίλημμα, όπως εγώ. Κατά κάποιον τρόπο, όχι πραγματικά. Είμαστε κάποιοι άνθρωποι που μάλλον θα ψηφίζαμε ΟΧΙ. Και όμως μας καταβάλλει η ευθύνη, η ανησυχία, στιγμές που φαίνεται τόσο άστοχο το ίδιο το ερώτημα μέσα σ΄αυτές τις συνθήκες.

 Γράφω ένα κείμενο,αυτό "το απελθέτω απ΄εμού το ποτήριον τούτο", "μια έκκληση να ακυρωθεί το δημοψήφισμα",  "σαν επιστολή στον Πρωθυπουργό", νομίζω ότι έχω βάσιμα επιχειρήματα, κι όμως, έπειτα ακούω το μήνυμα του πρωθυπουργού, και ανατρέπομαι: Τόσα παράπονα , τόσος θυμός για τα μνημόνια, όλα αυτά τα χρόνια, ας σταθούμε αντάξιοί του, λοιπόν, στον τρόπο που μας αντιμετωπίζει ο πρωθυπουργός, ότι ο "Τσίπρας μας βάζει στη διαπραγμάτευση", να εκφράσουμε τη γνώμη μας στα πλαίσια της λαϊκής κυριαρχίας, και με το ένα ή το άλλο στριμωγμένο και κακοσουλωπωμένο αλλά κατάλληλο για το μερεμέτι μας ερώτημα, (στραβά αρμενίζουμε σε στραβούς γιαλούς), να το κάνουμε, να εκφράσουμε δα αυτή τη γνώμη που τη διατρανώνουμε στις παρέες και παντού τόσα χρόνια. Ότι δεν πιστεύουμε σε τέτοια μέτρα. Και ότι όσο κι αν θέλουμε να φαινόμαστε σοβαροί και Ευρωπαίοι , και όσο κι αν ξέρουμε τα λογικά και τα σωστά, δεν έχουμε και πολλές επιλογές να γίνουμε πειστικοί με αυτά τα όμορφα μέσα, γιατί η θέση μας δεν είναι ισότιμη σε εκείνα τα τραπέζια. Αλλά τουλάχιστον μπορούμε να πούμε ΕΜΕΙΣ τι θέλουμε, κι όχι οι άλλοι που περιμένουν στη γωνία, ο ένας και ο άλλος, και που συμπεριφέρονται με τη νοοτροπία της παρένθεσης.

Έτσι θα ένοιωσε, ίσως, εκεί στα ξένα, στο παρά πέντε, και στο τετέλεσται, και στο "υπόγραψε λοιπόν, να τελειώνουμε", (αυτό πια οι πάντες..),  ότι οι συνομιλητές του δεν ένοιωθαν ότι ο λαός δεν τα θέλει αυτά τα μέτρα, ότι και οι φωτισμένοι κεντροδεξιοί δεν τα πιστεύουν, ότι δεν είναι εύκολο να στηριχτούν πια, με όση έκκληση κι αν γίνει στον εκσυγχρονισμό της χώρας, που όλο περιμένουμε γενεές επί γενεών, αλλά ότι άρχισαν να θεωρούν ότι είναι δικό του πρόβλημα , της ιδεοληψίας του, της αριστεροσύνης του, της αριστοκρατικής αλαζονείας του Βαρουφάκη του, που δεν υπογράφει. Ίσως να ένοιωσε έτσι. Και λέει πείτε το: "είναι δικό μου πρόβλημα" ;Τα θέλετε αυτά ή παρόμοια μέτρα, θα υπογράψετε; Ε, ας το πούμε.

 Και πιθανόν έτσι τον μεγαλώσανε αυτόν τον Πρωθυπουργό, μαζί με άλλα παιδιά της γενιας του, έτσι τον ψηφίσαμε, ότι ο λαός θα ανταποκριθεί στις προσδοκίες, θα πασχίσει για κάτι. Και λέει ότι αυτά κι αυτά θεωρεί ότι περιμένει από μας. Η σιγουριά είναι ότι θα σεβαστεί την έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας. Και ότι θα βάλει τα δυνατά του. Δηλαδή, υπάρχουν πιο σίγουρες εγγυήσεις; Κι έπειτα πάλι η ευθύνη, τα μάτια των φίλων των συγγενών, αλλά μήπως απλά να πάρουμε την ευθύνη ο καθένας μας;
Σαν επιστολή στον πρωθυπουργό



Σκέφτομαι, ως απλός πολίτης:Αν εγώ είμαι τόσο κοντά ανάμεσα στο ΟΧΙ και στο ΝΑΙ, και αν νομίζω ότι είναι και άλλοι, ακόμα και ανάμεσα στους αποφασισμένους, (πόσα ΟΧΙ υπάρχουν μέσα στα Ναι. και πόσα ΝΑΙ μέσα Οχι,) τότε κάτι είναι πολύ λάθος με αυτό το δημοψήφισμα!

 Και όσο κι αν πιστεύω ότι και ο ανορθολογισμός έχει την αξία του και τη σημασία του στην εξέλιξη της ζωής ζορίζομαι πολύ να συνταχθώ μαζί του αυτή τη στιγμή , και μάλιστα αντιμετωπίζοντάς τον σαν λογική και ψύχραιμη επιλογή.

Λέω λοιπόν: Στην Ελλάδα έχουμε μια εξοικείωση με τον αριστερό λόγο, τα όνειρα και τις πρακτικές, που είναι πολύ διαφορετική και από τις πρώην ανατολικές και απο τις κεντροευρωπαϊκές χώρες. Ας πούμε λοιπόν ότι αυτό το συνειδητό κομμάτι της κοινωνίας, αρκετά περιθωριοποιημένο γενικότερα στην επιρροή του, τα τελευταία χρόνια,  επί της ουσίας, θα ψηφίσει ΟΧΙ, γιατί σχεδόν δεν μπορεί να κάνει κι αλλιώς. Έτσι, είναι ο τρόπος που έχει διαμορφωθεί από νεότητας, έχει τα δικά του εργαλεία ανάλυσης, θέλει έναν καλύτερο , πιο δίκαιο κόσμο. Πάντως και από αυτούς ένα κομμάτι θα ψηφίσει ΝΑΙ. Παρόλη τη συνειδησιακή πίεση.Θα προσπαθήσω να εξηγήσω μετά το γιατί.

 Στους προηγούμενους ανήκει και ένα κομμάτι της νεολαίας που έχει ριζοσπαστικοποιηθεί πολιτικά, τα τελευταία χρόνια, με τον παλιό τρόπο των αριστερών ομάδων και κινημάτων. Κάποιοι από αυτούς συναντούνται και με αντίστοιχες τάσεις διεθνώς που είναι σε στάδιο εξέλιξης και ωρίμανσης. Άλλοι εξελίσσονται μέσα σε περίεργα θερμοκήπια, άμβλυνσης του χάσματος γενεών, σύνδεσης με τις πατρογονικές εστίες, ιδεολογικές, ψυχολογικές, πολιτιστικές..
Έπειτα έχουμε παραπλήσιους άλλους που θα ψηφίσουν ΟΧΙ μετεξελιγμένοι σε αυτόν τον πρόσφατο εθνικόστροφο αριστερισμό. Εδώ θα συναντηθούν και με τους βαμμένους του εθνικισμού, που και από αυτούς πάλι , κάποιοι (πόσοι;) θα ψηφίσουν ΝΑΙ, γιατί έχουν τα μαγαζιά, τις δουλειές, κ.λ.π. που φανταζει ανησυχητικό να χαθούν μέσα στον κυκεώνα των μετεξελίξεων.

 Οι άλλοι θα ψηφίσουν ΝΑΙ. Μα ποιοι είναι αυτοί οι άλλοι; Διάφοροι!  Και , κατά κάποιο τρόπο αδιάφορο! Υπάρχει μέσα από αυτά που περιέγραψα δυναμική υπέρ του ΟΧΙ; Υπάρχει κουράγιο να φυσήξει από μας τους ίδιους τέτοια πνοή;Μα αν ήταν έτσι θα υπήρχε έξαρση, επικοινωνία, όχι σφιγμένα χείλη, και καχυποψία, και άλλα σημάδια που δείχνουν ότι δεν έχει διαμορφωθεί αυτή η κρίσιμη πλειοψηφία που να συνεπάρει προς το ΟΧΙ. Αντίθετα νομίζω ότι διαμορφώνεται μια σταθερή τάση αμυντικής συσπείρωσης προς το ΝΑΙ. Βεβαίως όπως εξηγούσα και στο σχόλιο μου για τους ανθρώπους του ΝΑΙ, σημασία έχει το ΟΧΙ. Αυτό είναι το σημαντικό σε μια κοινωνία, σε αυτές τις συνθήκες. Αυτοί που θέλουν κάτι να αλλάξει. Όμως και στο ΝΑΙ, πολλοί κατέληξαν επειδή πιστεύουν πώς έστω και η συσπείρωση προς τα εκεί κάποια βάση θα βάλει στα κοινωνικά μας. Άρα κατά τη γνώμη τους κάτι θα αλλάξει.

 Και στις δύο περιπτώσεις δεν υπάρχει ένα όραμα ελπίδας, παρά μόνο ένα όραμα να πάρουμε αποφάσεις και να δουλέψουμε πολύ. Πολύ δουλειά. Και εκεί νομίζω είναι η εφαπτομένη της καλύτερης πλευράς και των δύο. Τώρα είναι απογοητευτικό η δουλειά αυτή στο ΝΑΙ να συνδέεται με την παλαιού τύπου αφοσίωση στην εργασία, ατομοκεντρικής προκοπής , εν πολλοίς, που έχει όμως αρχίσει να νοηματοδοτεί τη ζωή μιας νεολαίας. Και κυρίως είναι απογοητευτική , γιατί μάλλον πρόκειται για αυταπάτη, αν το παγκόσμιο σύστημα αφεθεί ανεξέλεγκτο από θεσμούς,  σε αυτό που κάνει μέχρι τώρα. Είναι φανερό ότι δεν πάμε προς τα πίσω στην "προτεσταντική ηθική του καπιταλισμού", αλλά μάλλον στους Ρωμαίους πολίτες των επιδομάτων, του τζόγου, της φιλανθρωπίας, και άλλων δικτύων επιβίωσης, εν μέσω αστυνόμευσης, αποκλεισμού και βαρβαρότητας. Παρόλα αυτά το μόνο που βλέπω εγώ κοινό θετικό και στα δυο στρατόπεδα είναι η ανάγκη δουλειάς, που στα πιο αριστερά, στο ΟΧΙ, θα πρέπει να έρθει από πολλή  και ανιδιοτελή εργασία, σε ομάδες , γκρουπούσκουλα και  όπου αλλού, για διάβασμα, εργαλεία ανάλυσης, κοινωνικούς και παραγωγικούς πειραματισμούς, αναζήτηση προτύπων, πρακτικών, κοινών τόπων, καθημερινή προσφορά, αλλά και στο ΝΑΙ με άλλο τρόπο το ίδιο. Δημιουργικότητα, συνέπεια, επινοητικότητα, επιμονή, αντοχή, ευελιξία, συνεργασία, ανοχή, ξεπέρασμα προκαταλήψεων, συνεχή αυτοαξιολόγηση κ.λ.π  Κοινός ο παρανομαστής. .

Άραγε που βρισκόμαστε;Τι θα ψηφίσουμε;Και κυρίως , γιατί ο πρωθυπουργός ζητάει να ψηφίσουμε. Θα ερχόμουν πιο κοντά στην έκκληση του Κούλογλου, να σταματήσει το δημοψήφισμα. Τι θα μετρηθεί εκτός από το ότι τρώμε τις σάρκες μας, πόσες έχουμε;

Αν ζητάει από πολλούς μορφωμένους, έντιμους σχετικά νεοέλληνες , με κάποιες δουλειές, δουλίτσες ακόμα,  που πασχίζουν να επιβιώσουν να τα χάσουν  κι αυτά για να μετεξελιχτούν σε κάτι άλλο, συνυπολογίζοντας αυτή τη μετεξέλιξη ως χρέος τους και προς το ποσοστό των Ελλήνων που έχουν περιθωριοποιηθεί και ως καλύτερη μοίρα για το μέλλον, και αν το ζητάει αυτό ενώ ήδη στην πράξη οι συνέπειες του ΝΑΙ  και του ΟΧΙ δείχνουν εξίσου οδυνηρές, τότε και αυτός θα πρέπει να μετεξελιχθεί σε κάτι άλλο. Αντίθετα από όσα έλεγε προχθές στη συνέντευξή του, ακριβώς. Ζητώντας από τον πολίτη να αντιταχθεί σε ένα ένστικτο αυτοσυντήρησης θα έπρεπε κι αυτός να μπορεί να ξεπεράσει άλλα αντανακλαστικα! Και ή να παραιτηθεί , ή να διασώσει κάτι από το επιτελείο του, την ταυτότητα αυτού του κόμματος, που ο λαός τον εμπιστεύθηκε να κυβερνήσει.

Να διασώσει και να θυσιάσει. Ακόμα και την κ. Κωνσταντοπούλου, αξιόλογη σε πολλά, που θα χρειαστεί να ωριμάσει κι άλλο, και όχι σε θέσεις εξουσίας. Αν και είναι κοντά στη στόφα των ανθρώπων που θα χρειαστούν κινήματα και κόμματα και κοινωνίες στα χρόνια που έρχονται. Έχουμε όμως ανάγκη να φύγει από πάνω μας αυτή η περίεργη μαγκιά, η οίηση, που σε άλλους εξισώνεται με την επίκληση στο δίκιο, και σε άλλους με τις φαντασιώσεις υπερδύναμης, λόγω πετρελαίων, ιστορίας, σείχηδων στη θέση των σείχηδων, που κάποιοι μας κρατούν και δεν μας αφήνουμε να λάμψουμε.

 Έρχομαι κοντά πρός την έκκληση του Κούλογλου, γιατί κι εγώ το βρίσκω κρίμα να χαθεί αυτή η κυβέρνηση, η φωνή της αριστεράς, ναι, μεταλλαγμένη και ψιθυριστή, έτσι είναι οι εποχές, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα χρειαστεί τεράστια δουλειά να κρατηθεί θερμή, και όχι ηχηρή και νεκρή, που χρειάζεται βέβαια κι ένα λαό μαζί να το υπογραμμίσει.Χρειάζεται κουράγιο να σκηνοθετήσουμε τη ζωή όχι τελετές ένδοξου θανάτου και θυσιών. Κυρίως όταν το έργο είναι δωματίου, δεν θα κινηθεί πάνω στον τεράστιο καμβά της ιστορίας, και μέσα στα δωμάτια των πολυκατοικιών μας θα εξακολουθήσουν να παίζονται τα μικρά και τα μεγάλα δράματά μας, που τα τελευταία χρόνια έχουν οξυνθεί.



Και αν αυτό σημαίνει ότι τελικά ψηφίζουμε ταξικά; Τι θλιβερό, λοιπόν, αν είναι αλήθεια, αλλά έτσι δεν θα έπρεπε να ηγηθεί ο πρωθυπουργός μιας τέτοιας κυβέρνησης έτσι κι αλλιώς. 

Είναι όμως αλήθεια; Δεν ξέρω. Έξω από το μπαλκόνι μου, κάποιος παίρνει συνέντευξη από κάποιον , κοντά στο άκτιστο οικόπεδο, είναι γειτονιά του κέντρου, γραφεία και κατοικίες πολιτικών, η εικόνα με θυμώνει, τι δουλειά έχω εγώ με όλους αυτούς, ναι, βολεμένοι, χαρτογιακάδες, παρατρεχάμενοι, αλλά που είναι οι άλλοι; Με ένα ΟΧΙ θα τους βρω; Θα βρεθούμε σε αγώνες;  Μιλάμε για μια χώρα να μετατραπεί σε μια συνεχή ζωντανή διαδήλωση; Τι να πω μπορεί και κάτι να φέρει αυτό. Δεν το είχα σκεφτεί έτσι. Και όσο θα προσπαθούμε να σκεφτούμε κάτι εμείς στα σπίτια μας η ζωή είναι που; Εδώ και χρόνια δεν τη χώσαμε στις τράπεζες, στα σπίτια, στα νοσοκομεία, στην καθημερινότητα, στη ρουτίνα, και στην ανημπόρια; Στα όμορφα και στα άσχημα;  Θα επαναλάβουμε για χιλιοστή φορά ένα σκηνικό παραναλώματος και προδοσίας;

                    http://www.acmi.net.au/exhibitions/past-exhibitions/2011/bill-viola-the-raft/


Ο κόσμος του Ναι, είναι ο κόσμος μας, ο καθημερινός. Ας πούμε υπάρχουμε και συνυπάρχουμε. Μπαίνουμε στο λεωφορείο, ή στο μετρό, ή στο θέατρο, μαζί, περπατάμε μαζί στους δρόμους, τις πλατείες, μας εξυπηρετούν ή όχι, δουλεύουμε δίπλα δίπλα, καμιά φορά και μαζί, φλερτάρουμε ή αντιπαθιόμαστε. Σηκώνουμε ένα μαντήλι που έπεσε από το συνάνθρωπο, του δίνουμε τη θέση μας, του χαμογελάμε. Καμιά φορά όταν μπαίνει ένας επαίτης στο μετρό κοιτιόμαστε με αμηχανία, άλλοι αποδοκιμάζουν τον επαίτη, άλλοι γελούν.Άλλοι δίνουν κάτι. Άλλοι μας δίνουν απόδειξη, αλλού κάνουμε σκόντο, άλλοι είναι καλοί πελάτες, μερικές φορές μας φέρθηκαν ή τους φερθήκαμε άσχημα, ή γενναιόδωρα. Άλλοι είναι καλλιτέχνες, άλλοι αμόρφωτοι, άλλοι έτσι κι άλλοι αλλιώς. Τέλος πάντων πρέπει να νοιώθουμε ότι απειλείται αυτή η καθημερινή συνύπαρξη για να γινόμαστε ξαφνικά και κάτι άλλο, η συσπείρωση του Ναι, η διατράνωση του αυτονόητου, ότι θέλουμε να ζούμε απλά , όπως ζούμε, να είμαστε έτσι μαζί, καθημερινά, να μην αλλάξει τίποτα, αν είναι δυνατόν. .Ίσως ακριβώς συνειδητοποιούμε ότι μέσα στο δάσος όλοι αναζητούμε απλά την ανθρώπινη παρουσία, ένα σπιτάκι με φως,. Όμως αυτή η ξαφνική ενότητα του Μένουμε Ευρώπη, απαντάμε Ναι στο δημοψήφισμα, στην ουσία ως κέρδος έχει αυτή τη συνειδητοποίηση της πολύτιμης καθημερινότητας. Έχει; Έστω.. Όμως, ας σκεφτούμε το Τρούμαν Σόου, Το Κουρδιστό Πορτοκάλι, το Σκοτώνουν τα άλογα όταν γεράσουν,και κυρίως όταν σβήσουν τα φώτα του ερωτήματος για το δημοψήφισμα τι θα έχει μείνει από αυτή την ενότητα; Υπάρχει κάτι εδώ που θα πρότεινα να το σκεφτούμε.Και οι Ναι και οι Όχι μάλιστα, μαζί θα είμαστε και την επόμενη μέρα, και η καθημερινότητα έχει απαιτήσεις. Αλλά το δημοψήφισμα ρωτάει κάτι. Και έχει ακριβώς τον κίνδυνο, το ρίσκο, της θέλησης για αλλαγή. Για κάτι άλλο. Ακριβώς αχαρτογράφητο, αδιανόητο, να θέλεις κάτι άλλο, και για το διπλανό σου. Κι ίσως κάποιοι του Ναι νοιώθουν ότι οι του Οχι τους προδίδουν , όπως ο Ανδρέας  τη Ρήνη στην Τιμή και το Χρήμα, και δεν μπορούν μετά να τους πουν , όπως ο Ανδρέας στη Ρήνη, "και δεν την έχω τώρα την αγάπη; "Όχι, του λέει η Ρήνη, πέταξε σαν το πουλί! Όμως η ανάγκη της απλής συμβίωσης , δεν είναι σχέση, έρωτας,  θα υπάρχει και την άλλη μέρα , η Ανάγκη είναι ο μεγάλος μας σύντροφος, ο μεγάλος μας Συνοδός, και την Ανάγκη, το ζυγό της τον ξέρουμε, ηθελημένα και αθέλητα, να γιατί δεν μπορούμε να τον επιλέξουμε, είναι σόλοικο, τα δεσμά της Ανάγκης λύνονται για λίγο και ο άνθρωπος αναπνέει , και τότε γιορτάζει, ονειρεύεται. Να γιατί, όσο κι αν φαίνεται παράλογο, κάτι συμβαίνει εκεί στους τροχούς του καθημερινού Ναι, και δεν μπορούμε να κάνουμε ότι δεν το βλέπουμε, απλά για να νοιώσουμε μία νύχτα ζεστά ο ένας δίπλα στον Άλλο. Βέβαια όμως και μπορούμε. Εγώ το έχω κάνει πολλές φορές. Κι εσείς ίσως το έχετε κάνει πολλές φορές. Μπορούμε να φτάσουμε πολύ μακριά για να μην αλλάξουμε. Μπορούμε να δεχτούμε πολλά, όταν έχουμε εκτιμήσει τα λίγα που έχουμε, και θέλουμε να τα κρατήσουμε. Υπάρχει όμως ένα ερώτημα. Θέλουμε κάτι να αλλάξει; Υπάρχει λόγος σε αυτές τις καθημερινές διαδρομές μας κάτι να αλλάξει; "Τίποτα δεν αλλάζει. Ίσως. Ναι, λένε άλλοι". Αλλά,  έστω,  πως; Θα το κάνει, λοιπόν, ο καθένας μόνος του, όταν δεν βλέπει ο διπλανός του; Θα το κάνουν οι άλλοι για μένα με τρόπο που δεν θέλω, θα το κάνουμε "εμείς" γι αυτούς με τρόπο που δεν θέλουν, θα το κάνουν άλλοι για μας με τρόπο που "δεν θέλουμε"; Πώς μπορούμε να μετατρέψουμε αυτή την απλή συμβίωση σε ενότητα αλλαγής; Είμαστε βαρείς, αδρανείς, δεν θα συγκινηθούμε εύκολα από κραυγές επαναστατικές, γνωρίζουμε τη βία τέτοιων ιστορικών στιγμών από το παρελθόν, τα αδιέξοδα , και τις διαφορετικές προσγειώσεις στα ίδια και χειρότερα, γι αυτό καθόμαστε ήσυχα κάτω από την ομπρέλα του Ναι, και με πείσμα.( Γι αυτό, ίσως, καθόμαστε άβολα κάτω από τον ίσκιο του ΟΧΙ, σφιγμένοι). Όμως οι άνθρωποι θέλουν να βρεθούν κοντά, έστω και για να πουν θέλω να παίρνω και σήμερα το μετρό, όπως το έπαιρνα και χθες, και να κάνω τα ίδια με χθες, "δος μου την προίκα σου και θα ζήσουμε για πάντα μαζί" λέει ο φτωχεμένος Ανδρέας, που έχει γίνει λαθρέμπορος για να μη φανεί ότι αρχοντόπουλο αυτός, πρέπει να δουλεύει, και η Ρήνη του λέει "θα πάω στην πόλη, θα δουλέψω και θα κουναρήσω μόνη το παιδί μου". Και το ζευγάρι χωρίζει. Και έτσι αρχίζει ο 20ος αιώνας. Που τώρα όμως έχει περάσει.




                                     https://en.wikipedia.org/wiki/The_Raft_of_the_Medusa